Σα μια μεγάλη πλατεία
η πόλη από ψηλά
Ακατανίκητη η επιθυμία μου
να την τραβήξω και να απελευθερώσω γη
Πως θα ´ταν άραγε να περπατάς με γυμνά πόδια
πάνω στην τόση ανομοιομορφία;
Μια αιχμηρή αίσθηση με διαπερνά
Μοιάζει ακίνητη, στατική
η πόλη
αλλά ανασαίνει ένα ανεπαίσθητο βουητό
Μέσα της
κινούνται άνθρωποι.
Στέκομαι αμίλητη
Σαν εξόριστη από το σπίτι που μεγάλωσα
Δέχομαι την εσωτερική δύναμη
που προσφέρει πάντοτε η απόσταση
Και ανταποδίδω το ονειροπόλημα μου
Χρόνος που κυλά <<έξω από το χρόνο>>
Σκέψεις
που παρασύρονται με τον άνεμο
Λιώνουν στη σιωπή
Έρωτας που δεν ανήκει πια
παρά στους θορύβους της πόλης
παρά στους θορύβους της πόλης
Η απόσταση απαλύνει
Απαρνούμαι την εσωστρέφεια
Είμαι δυνατή κι είμαι ελέυθερη
Να δημιουργήσω τον κόσμο μου
Να αναγεννηθώ, να αλλάξω δέρμα
από την αρχή
κι όσες φορές το έχω ανάγκη
Κι όταν επιστρέψω και ξαναγίνω μέρος του συνόλου
Θέλω να θυμάμαι να αναπνέω
όπως τώρα...
Στο βάθος του ορίζοντα δυο καραβάκια στη θάλασσα.
Το ύστατο άκρο του κάδρου.
Το ύστατο άκρο του κάδρου.
Σχόλια
Χάρηκα που σε βρήκα, φίλη μου!
Καλό απόγευμα Τετάρτης!
Τα Φιλιά μου!
:)
Μας ταξίδεψες πάλι Μάγια μου! :)